Μπενγκτ Γκούσταφσον : Ένας Βίκινγκ με Μεσογειακό αίμα

Όταν ρωτάς τον Μπενγκτ Γκούσταφσον που θα ήθελε να ζήσει σου απαντάει χωρίς δεύτερη σκέψη στη Μεσόγειο. Απεχθάνεται το κρύο της Σουηδίας, το ό,τι δε μπορεί να απολαύσει το ζεστό ήλιο και τη θάλασσα της Μεσογείου. Τα οκτώ χρόνια που έζησε σε Ελλάδα και Ιταλία τον έκαναν να αγαπήσει βαθειά τους λαούς αυτών των δύο χωρών και να ονειρεύεται την επιστροφή και την μόνιμη εγκατάστασή του. Ποιος είναι όμως ο Μπενγκτ Γκούσταφσον;

 

IMG_1746-2011Ο Μπενγκτ Όλοφ Γκούσταφσον, γεννήθηκε στο Μόλνικέ, της Σουηδίας στις 17 Μαΐου 1963. Ο Μπενγκτ, ο Μπένγκαν, όπως είναι γνωστός ανάμεσα στους συμπαίχτες και τους φιλάθλους, είναι ένας από τους πιο διάσημους αθλητές στην Ιστορία του βόλεϊ, αν και η καριέρα του διακόπηκε απότομα το 1997.

Ο Μπένγκαν, γόνος μεσο-αστικής οικογένειας, ήξερε πάντα πως θα γινόταν αθλητής. Ασχολήθηκε με πολλά αθλήματα, ποδόσφαιρο, χάντμπολ, χόκεϊ, στίβο (κυρίως ακοντισμό όπου είχε πολύ καλές επιδόσεις) πριν σκεφτεί καν να πιάσει τη μπάλα του βόλεϊ και για δύο Καλοκαίρια δούλεψε σα δάσκαλος γουίντ σέρφινγκ. Η πρώτη του επαφή με το άθλημα έγινε στην ηλικία των δεκατριών ετών, όταν ξεκίνησε να παίζει με φίλους ενώ ταυτόχρονα έκανε και όλα τα άλλα αθλήματα. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών τον επέλεξαν στην Εθνική ομάδα εφήβων της Σουηδίας.

Οι Ομάδες

Η πρώτη ομάδα ήταν η Χουβάλα με προπονητή τον Μπέρτιλ Μπγόρκβιστ και στα δεκαοκτώ του αποφάσισε να επικεντρωθεί στο βόλεϊ αφήνοντας τα άλλα αθλήματα. Οι πόρτες άνοιξαν. Ακολούθησε το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιο (στην Σουηδία δεν υπήρχαν επαγγελματικά συμβόλαια τότε), με την Ρόμπε ντι Κάπα Τορίνο το 1983 με συμπαίχτες τους Βούλο, Περότι, Χόβλαντ και Ντε Λουίντζι, για να ανοίξει ο δρόμος για μια σπουδαία καριέρα για τον Σουηδό ακραίο.

Το αστέρι του Μπένγκαν άρχισε να λάμπει.

Μετά από δύο χρόνια στο Τορίνο, ο Μπένγκαν υπέγραψε συμβόλαιο με την Σαντάλ Πάρμα (το 1987 μετονομάστηκε σε Μαξικόνο). Παρέμεινε στην Ιταλία ως το 1988 (η αγαπημένη του χώρα όπως παραδέχεται και ο ίδιος) και μετά ήρθε μια προσφορά στην οποία δε μπορούσε να αντισταθεί.

Ο πρόεδρος του Ολυμπιακού, ο μεγαλοεπιχειρηματίας Γιώργος Κοσκωτάς, τον πλησίασε και του είπε πως μόνο σε μια ομάδα θα μπορούσε να έρθει να παίξει, τον Ολυμπιακό. Ο Ολυμπιακός ήταν από τις πιο γνωστές και καλές ομάδες, ήξερε παίχτες από την Εθνική Ελλάδος που έπαιζαν στον Πειραϊκό σύλλογο και επιπλέον τα χρήματα που του υποσχέθηκαν ήταν παραπάνω από ικανοποιητικά, έτσι δεν είπε «όχι» παρόλο που για να έρθει στον Ολυμπιακό απέρριψε πρόταση της Σίσλεϊ Τρεβίζο. Αυτό που σίγουρα δεν περίμενε ήταν πως ο Κοσκωτάς δε θα κρατούσε το λόγο του, ότι θα βρισκόταν εν μέσω ενός τεράστιου οικονομικού σκανδάλου που ξέσπασε λίγους μήνες μετά, και ότι τα λεφτά που του είχε τάξει ήταν σκόνη στον άνεμο!

Έφτασε στην Ελλάδα δύο εβδομάδες πριν ξεκινήσει το Ελληνικό πρωτάθλημα. Ένα πλήθος οπαδών του Ολυμπιακού τον περίμεναν στο αεροδρόμιο για να τον υποδεχτούν, ήταν τόσο μεγάλη η έκπληξή του όταν είδε όλους αυτούς τους ανθρώπους ώστε νόμιζε πως είχε έρθει μαζί με κάποιον ροκ σταρ! Ακολούθησε η παρουσίαση στο Καραϊσκάκη που ήταν το ίδιο ενθουσιώδης και συναρπαστική, καθώς ένα γήπεδο γεμάτο οπαδούς τον ζητωκραύγαζαν, οι πρώτες αυτές αναμνήσεις από την Ελλάδα ήταν αυτές που έμειναν έντονες στο μυαλό του για όλη του τη ζωή.

Μετά συνειδητοποίησε πόσο διαφορετική ήταν η πραγματικότητα, πως δε θα έπαιρνε δεκάρα και ότι ο Κοσκωτάς δεν ήταν και ο πιο τίμιος άνθρωπος στον κόσμο (συνελήφθη στις 23 Νοεμβρίου του 1988 στη Μασσαχουσέτη και φυλακίστηκε στις Η.Π.Α. έως την έκδοση του στην Ελλάδα το 1991). Το μόνο παρήγορο ήταν πως έμενε σε ένα από τα καλύτερα ξενοδοχεία της Αθήνας και ότι το φαγητό ήταν εξαιρετικό, όμως παραλίγο να το στερηθεί κι αυτό, όταν η διοίκηση του ξενοδοχείου τον ειδοποίησε ότι δε έπαιρνε χρήματα πλέον από τον Ολυμπιακό και πως έπρεπε να φύγει. Τότε εμφανίστηκε κάποιος οπαδός ή μέλος της διοίκησης του Ολυμπιακού (ποτέ δεν έμαθε ποιος) για να δώσει την πιστωτική του κάρτα στη ρεσεψιόν για να καλυφθούν όλα του τα έξοδα.

Ο Μπένγκαν κράτησε το λόγο του και έμεινε στην Ελλάδα πέντε μήνες για να παίξει με τον Ολυμπιακό, τότε ζήτησε από τον μάνατζέρ του να μεσολαβήσει για τη διακοπή του συμβολαίου του, κι έτσι αποχώρησε από τον Ολυμπιακό χωρίς το ένα εκατομμύριο δολάρια που του χρωστούσαν και δε θα διεκδικούσε ποτέ, αφού αυτός ήταν ο όρος για να μπορέσει να φύγει και επέστρεψε στη Σουηδία για να παίξει στα πλέι οφς με την Κούνγκαλφ VBK.

Ευτυχώς η Σίσλεϊ τον ήθελε ακόμα, και ο Μπένγκαν έφυγε για την Ιταλία ακόμα μια φορά για να μείνει εκεί ως τον Ιανουάριο του 1991, όταν σταμάτησε για να εγχειρήσει το γόνατό του.

sweden

Το Ιστορικό παιχνίδι ενάντια στην Σοβιετική Ένωση

Η εθνική Σουηδίας της δεκαετίας του 80 ήταν μια από τις καλύτερες της Ευρώπης με αρκετές διακρίσεις. Ο Άντερς Κρίστιανσον, ο προπονητής της ομάδας ήταν η καρδιά της και έφερε το Σουηδικό βόλεϊ ανάμεσα στις κορυφαίες της Ευρώπης. Διέθετε πείσμα, επιμονή, τεχνική γνώση και ήξερε πώς να επιβληθεί.

Η Σοβιετική Ένωση κέρδιζε τα Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα για έντεκα συνεχόμενα χρόνια, και το 1989, όλοι περίμεναν πως θα το ξανακέρδιζε, αλλά η ομάδα του Άντερς Κρίστιανσον είχε άλλη άποψη. Η Σουηδία ξεκίνησε στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα αντίπαλη της Δυτικής Γερμανίας με 3-2 σετ, ακολούθησε νίκη επί της Ανατολικής Γερμανίας 3-0 σετ και επί της Γαλλίας 3-1 σετ, αλλά έχασαν 3-0 από την Ιταλία. Η Σουηδία έπρεπε να νικήσει την Βουλγαρία για να προκριθεί κι ευτυχώς αυτό έκανε σε ένα συναρπαστικό αγώνα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η Ιταλία να βγει πρώτη στον Όμιλο της Στοκχόλμης στη Σουηδία, και η Σοβιετική Ένωση πρώτη στον δικό της στο Όρεμπρο (στον όμιλο που ήταν και η Ελλάδα), καθώς κέρδισε όλα τα παιχνίδια χωρίς δυσκολία. Έτσι η Σουηδία ξεκίνησε τα ημιτελικά ενάντια στην Σοβιετική Ένωση, μπροστά σε 7.000 θεατές. Η Σουηδία κατάφερε να εξουδετερώσει τους Σοβιετικούς, και μετά από τα 2 πρώτα σετ όλοι άρχισαν να ελπίζουν για το θαύμα, αλλά ο Ντμίτρι Φόμιν έφερε το παιχνίδι στο τάι μπρέικ, μπροστά σε 20 εκατομμύρια θεατές που παρακολουθούσαν με τεράστιο ενδιαφέρον τον αγώνα από τις τηλεοράσεις τους. Στο 15-15 η Σουηδία πήρε το προβάδισμα με 16-15 και τότε ο Μπένγκαν με μια καταπληκτική άμυνα κατάφερε να «σώσει» μια απίστευτη μπάλα και ο Χάκαν Μπγιόρν έκανε την τελευταία επίθεση για η Σουηδία που κέρδισε την αήττητη Σοβιετική Ένωση σε αυτό το απίστευτο παιχνίδι και έφερε την ομάδα στα τελικά της Στοκχόλμης όπου ηττήθηκε από την Ιταλία με 3-1.

http://youtu.be/deKNKzVBKQg

 

«Ο Άντερς Κρίστιανσον ήταν σπουδαίος προπονητής, αν και αρκετά αυστηρός, αλλά του οφείλω πάρα πολλά, η αφοσίωσή του και αυτά που με έμαθε με έκαναν καλύτερο αθλητή και σίγουρα είναι ο καλύτερος προπονητής που είχα ποτέ και πολύ καλός φίλος. Θυμάμαι εκείνη τη νίκη, ήταν φανταστική στιγμή για μας και το Σουηδικό βόλεϊ γιατί επιπλέον το καταφέραμε στην Στοκχόλμη μπροστά στους οπαδούς μας.»

 

Το ατύχημα

Η καριέρα του Μπένγκαν ήταν στο απόγειό της όταν ένα αυτοκίνητο άλλαξε τη ζωή του για πάντα.

Το Σεπτέμβριο του 1991, βρισκόταν στην Ιταλία και αγωνιζόταν για την Σίσλεϊ Τρεβίζο. Είχε αγοράσει μια μηχανή μεγάλου κυβισμού για τις μετακινήσεις του, αφού ήταν μέσο γρήγορο και εξάλλου αγαπούσε τις μηχανές. Είχε μόλις φύγει από την προπόνηση όταν ένας από τους χειρότερους εφιάλτες του έγινε πραγματικότητα. Οδηγούσε πίσω από ένα φορτηγό και ο οδηγός ενός άλλου αυτοκινήτου που παραβίασε το στοπ δεν είχε δει τη μηχανή που ακολουθούσε με αποτέλεσμα να την προσκρούσει από δεξιά και να συντρίψει το δεξί πόδι του Μπένγκαν. Τέσσερα συντριπτικά κατάγματα, ένας χρόνος θεραπείας ώστε να μπορέσει το πόδι του να επανέλθει και αρκετός πόνος ήταν το αποτέλεσμα του ατυχήματος. Μαζί με το πόδι του ράγισε και η καρδιά του αφού συνειδητοποίησε πως θα έπρεπε να σταματήσει το βόλεϊ, ωστόσο ήταν αποφασισμένος να μη το βάλει κάτω. Επέστρεψε στη Σουηδία όπου υποβλήθηκε σε μια σειρά εγχειρήσεων και στο νοσοκομείο γνώρισε τη σύζυγό του την οποία και παντρεύτηκε το 1993 και το 1994 απέκτησαν ένα γιο, τον Τζον, το καμάρι του Μπένγκαν.

Με αρκετή προσπάθεια το πόδι του επανήλθε αλλά δε μπορούσε να παίξει πια βόλεϊ στη σάλα, παρόλα αυτά έπαιξε μπιτς βόλεϊ με αρκετή επιτυχία.

Μαζί με τον Περ Μάγκνουσον από το 1995-1997, έπαιξαν σε τουρνουά στη Σουηδία και σε δύο παγκόσμια πρωταθλήματα.

Η καριέρα του Μπένγκτ Γκούσταφσον τερματίστηκε το 1997 αφού κέρδισε δύο τουρνουά στη Σουηδία εξαιτίας εκείνου του παλιού προβλήματος που είχε στο γόνατο όταν έπαιζε με την Σίσλεϊ.

maxikono

Τίτλοι

Η καριέρα του Μπενγκτ φωτίζεται με πολλούς τίτλους.

Με την Ρόμπε ντι Κάππα κέρδισε πρωτάθλημα Ιταλίας καθώς και το Κύπελλο Κυπελλούχων, με την Μαξικόνο το Ιταλικό Κύπελλο, το Cev Cup και το Κύπελλο Κυπελλούχων στον τελικό του οποίου κέρδισε και τον τίτλο του MVP, και με την Σίσλεϊ κέρδισε το Cev Cup.

Όσον αφορά την Εθνική ομάδα, το 1989 κέρδισε τη δεύτερη θέση στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα και βραβεύτηκε σαν ο καλύτερος επιθετικός και MVP της διοργάνωσης.

 

Και μετά το βόλεϊ τι;

logo_orginal_litenΗ ζωή του Μπενγκτ δε σταμάτησε όταν τελείωσε το βόλεϊ. Συνέχισε τις σπουδές του κι έγινε τεχνικός ηλεκτρονικών υπολογιστών και δικτύων. Η τελευταία του ενασχόληση ονομάζεται Volleyball World Arena και είναι μια εφαρμογή κουίζ που «τρέχει» μέσω facebook και στοχεύει στην εξάπλωση της γνώσης για το βόλεϊ σε όλο τον κόσμο και να βοηθήσει τις ομοσπονδίες και τις ομάδες να βελτιώσουν την οικονομική τους κατάσταση.

 

 

Λίγα ακόμα πράγματα για τον Μπενγκτ:

Παρατσούκλι: Μπένγκαν ή Μπεν

Αγαπημένο χρώμα: Γαλάζιο

Αγαπημένη μουσική: Σχεδόν όλα της δεκαετίας του 80.

Αγαπημένο μέρος στον κόσμο: Σάντα Λουτσία

Το άτομο που θαυμάζει περισσότερο: η μητέρα του, είναι δυνατή γυναίκα που χαμογελάει συνέχεια.

Τι του αρέσει πιο πολύ στους ανθρώπους: Του αρέσει να συναναστρέφεται άτομα που είναι ειλικρινή, ευχάριστα και που τους αρέσει να αστειεύονται.

Αγαπημένα ζώα: Οι γάτες (αν και δεν έχει ο ίδιος)

Τι θα ήθελε να ήταν αν δεν είχε ασχοληθεί με το βόλεϊ: Γυμναστής

Χόμπι: Ψάρεμα, γκολφ, μπόουλινγκ, παιχνίδια στον υπολογιστή

Μιλάει άπταιστα Ιταλικά και Αγγλικά.

 

για το Greekvolley.com, Μαίρη Σαμιώτου